Η μονη Ζαρακα

Οχυρωμενο μοναστηριακο συγκροτημα

Λιγο εξω απο το χωριο της Στυμφαλιας διπλα στον ασφαλτοστρωμενο δρομο, ορθωνονται τα εντυπωσιακα τα ερειπια της Μονης Ζαρακα με τους εντυπωσιακους της ογκολιθους.

Πρόκειται για οχυρωμένο μοναστηριακό συγκρότημα, σπάνιο στη χώρα μας δείγμα δυτικής αρχιτεκτονικής.
Είναι το σημαντικότερο από τα ίχνη του παρελθόντος, η ερειπωμένη εκκλησία, της εποχής της Φραγκοκρατίας (13ος αι.) και τμήμα του επιβλητικού πυργόσχημου πυλώνα του συγκροτήματος. Οι κάτοικοι ονομάζουν την περιοχή «Κιόνια» λόγω των πολλών μικρών κιόνων που διέσωζε η εκκλησία, όνομα που έδωσαν και στο γειτονικό μικρό οικισμό. Οι δε ξένοι περιηγητές (Gell, Dodwell, Ross, Brusian) αναφέρουν και τη λίμνη Στυμφαλία ως λίμνη Ζαρακά!

Η ιδρυση

Η χρονολογία ίδρυσης και κατασκευής του συγκροτήματος τοποθετείται προ του 1236. Ο πάπας Ιννοκέντιος ο III, μετά την κατάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους ιππότες της 4ης Σταυροφορίας, καλεί το 1205 τα μοναστικά τάγματα της Δύσης να εγκατασταθούν στην Ελλάδα, σε μια προσπάθεια προσηλυτισμού του ντόπιου πληθυσμού και του βυζαντινού κλήρου. Από αυτά επιλέγει το τάγμα των Κιστερκιανών -που ιδρύθηκε το 1098 στο Citeaux της Γαλλίας σαν μια αντίδραση στην πολυτελεια που χαρακτήριζε την ζωή και την αρχιτεκτονική των κτιρίων του τάγματος των βενεδικτινών- με στόχο οι αυστηρές αρχές τους να κερδίσουν τον σεβασμό των Ελλήνων.

>Θεμελιωτής του τάγματος υπήρξε ο Bernard de Clairvaux, άγιος της καθολικής εκκλησίας, ο οποίος στις αρχές του 12ου αιώνα επέβαλλε αυ¬στηρούς κανόνες στο τάγμα, ταπείνωση, απλότητα, σκληρή χειρωνακτική εργασία και επαφή με την φύση. Στα πλαίσια αυτών των αναζητήσεων οι κιστερκιανοί ίδρυαν τα μοναστήρια τους μακριά από κατοικημένες περιοχές, σε απομονωμένες κοιλάδες και κοντά σε πηγές, όπως δηλαδή στη Στυμφαλία. Το 1225 ο φράγκος πρίγκιπας Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουΐνος καλεί μοναχούς κιστερκιανούς να ιδρύσουν μοναστήρι στην Πελοπόννησο.

Η πρώτη ιστορικά ασφαλής αναφορά όμως της μονής γίνεται σε μια επιστολή που απευθύνει ο πάπας Γρηγόριος ο IX, το 1236, στον ηγούμενο του Saraca Πέτρο, επιφορτίζοντας τον με την συγκέντρωση του ενός δεκάτου των εσόδων της λατινικής εκκλησίας της Πελοποννήσου για τον Γοδεφρείδο Βιλλεαρδουΐνο και την οργάνωση της άμυνας του φράγκιγκου πριγκιπάτου της Αχαΐας. Κατ΄ άλλη εκδοχή το μοναστήρι ιδρύθηκε το 1098 από τον άγιο Ροβέρτο του Μολέμ και μια ομάδα Βενεδικτίνων μοναχών, αλλά αναμορφωτής της ήταν ο ’Αγιος Βερνάρδος.

Με την πτώση όμως της λατινικής αυτοκρατορίας της Κων/λης το 1261 τα καθολικά μοναστήρια στον ελλαδικό χώρο κλείνουν και το 1276 ως το μόνο κιστερκιανό αββαείο στην Ελλάδα αναφέρεται το Δαφνί.

Οι ανασκαφες

Η εκκλησία ανασκάφηκε το 1928 από τον Α. Ορλάνδο και το 1962 από τον Ε. Στίκα. Είναι ένα ορθογώνια, διαστάσεων 35 Χ 15.70 μ. Η φιλοσοφία του τάγματος εφαρμόζεται και στην αρχιτεκτονική και η γλυπτική του ναού του Ζαρακά, μια και ίδρυσαν έναν λιτό ναό χωρίς γλυπτά και αγιογραφίες. Η μορφή και η διάταξη των κιόνων και των παραστάδων του ναού υποδηλώνει ότι η κάλυψη του γινόταν με κτιστά σταυροθόλια με νευρώσεις. Το κεντρικό κλίτος θα ήταν ψηλότερο από τα πλαϊνά και φωτιζόταν από οξυκόρυφα παράθυρα όπως φαίνεται και στην αναπαράσταση του Ορλάνδου.

Οι τοίχοι της εκκλησίας είναι κτισμένοι κυρίως από μεγάλους αρχαίους δόμους σε δεύτερη χρήση που προέρχονται από τα κτίρια της γειτονικής αρχαίας Στυμφάλου. Βαθμιδωτές αντηρίδες που εξουδετέρωναν τα φορτία των σταυροθολίων. Ο γλυπτός διάκοσμος της εκκλησίας (κιονόκρανα, επίκρανα παραστάδων, κλειδιά των θόλων) είναι εξαιρετικά λιτός, άψογα επεξεργασμένος και τεχνοτροπικά πιο κοντά στον ρωμανικό ρυθμό του 12ου αιώνα απ' ό,τι στον γοτθικό του επομένου. Για το χτίσιμο της εκκλησίας χρησιμοποιήθηκαν ντόπιοι οικοδόμοι, τα γλυπτά όμως είναι σίγουρα έργο Γάλλων τεχνιτών.